" Φάμανε το βόιδι και ποστάσαμαν στη νουρά. " "

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016

Το "ηρώον"

Τόσες φορές έχω πάει στον Τσαμαντά, πρώτη φορά σταμάτησα για να φωτογραφίσω το "ηρώον" στην είσοδο του χωριού. Και βάζω το "ηρώον" μέσα σε εισαγωγικά γιατί οι άνθρωποι που είναι θαμμένοι σ' αυτό το λοφίσκο, κάθε άλλο παρά ήρωες ήταν. Εγκλωβισμένοι σ' έναν πόλεμο που δεν ήθελαν, σκοτώθηκαν χωρίς δίκη (δικάστηκαν μόνο οι τέσσερις αξιωματικοί) και πέθαναν με τα χέρια δεμένα. Ο Δ. Χατζής τους περιγράφει αρκετά στη δική του εκδοχή της Μουργκάνας: "Τους έλεγαν την αλήθεια, πως όποιος έκανε πίσω ήταν διαταγή της Μεραρχίας να τον σκοτώνουν...Το βεβαιώνουν οι στρατιώτες πού πιάστηκαν αιχμάλωτοι. [άρα τους ανέκριναν πριν τους εκτελέσουν].
Οι στρατιώτες από τον 1ο, από τον 2ο κι από το λόχο Διοίκησης του 611 τα είδανε και τα μαρτυράνε...
Είταν κ’ εκεί στρατιώτες από τό 611 και τους είδανε... «Έχομεν επιδοθεί σ’ έναν αγώνα εξοντωτικόν, που δεν υπάρχει τίποτε που να μας ενθουσιάζει και να μας χαροποιεί», γράφει ο στρατιώτης Ρήγας Λαζανάς, Αθηναίος από τον 3ο λόχο του 611, στο ημερολόγιο του. [Διάβασαν και τα ημερολόγια των μελοθανάτων. Διάβασαν ακόμα και τα ερωτικά γράμματά τους όπως γράφει πάλι ο Χατζής στην αρχή: ]. «Βρισκόμαστε κοντά στη Μουργκάνα. Πρόκειται, να κάνουμε ενέργεια με μεγάλες δυνάμεις κι αυτή τη φορά φοβάμαι πολύ.» Είχε πάρει το γράμμα της λίγες μέρες πιο πριν και δεν πρόφτασε να της στείλει την απόκριση του. Της έγραφε πώς την αγαπούσε πολύ, πώς άμα γύριζε θα την παντρευότανε και της ξανάγραφε πώς φοβότανε πάρα πολύ στη Μουργκάνα...
Όμως ποιοί ήτανε αυτοί οι στρατιώτες;
υτοί οι φουκαράδες από το 611 είχανε πολυβασανιστεί. Κάπου τέσσερις μήνες τους σέρνανε πάνω και κάτω για «να καταπνίξουν την ανταρσία»! Τώρα δεν πηγαίνανε πουθενά αν δεν μπαίναν μπροστά τους οι βαθμοφόροι. Στο Τζελίλι που λέγαμε και παραπάνω γίνηκε ολόκληρη φασαρία για μια διμοιρία που θέλαν να στείλουν για ανίχνευση. Δεν πήγαινε κανένας ώσπου μπήκε μπροστά τους ο ανθυπολοχαγός και οι παλληκαράδες που τραγουδούσαν «ως τη Μόσχα κατοχή» όσο βρίσκονταν μέσα στις πολιτείες...Ο Γαλάνης και το 611 προχωρούνε σε μια γραμμή δίπλα-δίπλα στα σύνορα. Ο στρατιώτης Ρήγας Λαζανάς στο ημερολόγιο που μνημόνευσα και παραπάνω γράφει: «Η αεροπορία και το πυροβολικό βάζουν συνέχεια τα πυρά τους, ενώ οι Γαλάνηδες προχωρούν στα χωριά και με εμπρηστικές τα καίνε.» Ο σκοπός τους είναι να μας κλείσουν από κει. Κ’ επειδή δεν μπορούν αλλιώς να προχωρέσουν, ο Γαλάνης, για να φτάσει στο ύψωμα Τζελίλι, πέρασε με όλο το τάγμα του μέσα από το Αλβανικό έδαφος. Το βεβαίωσε με γράμμα του ο στρατιώτης Γιάννης Πασσιάς από τη Μυτιλήνη, στο τάγμα 611..."
Ο Γαλάνης και το 611. Δίπλα δίπλα. Για να τους ελέγχει. Για να προχωράνε. Για να μην αυτομολήσουν στους αντάρτες. 

"– Θα πάμε όλοι φυματικοί πριν σκοτωθούμε, λένε οι στρατιώτες.
Οι μαχητές μας πρέπει να βρίσκουνε μεγάλο κέφι σ’ αυτό το λαχτάρισμα, τ’ ασταμάτητο βασάνισμα του εχθρού. Βαρύς, μηχανικός, είναι ο γδούπος της εχθρικής χοντροκέφαλης δύναμης που κινιέται. Είναι το άψυχο μπουλούκι που σέρνεται. Σβέλτη κ’ επίμονη, πονηρή και χαρούμενη είναι η ψυχή που αντιστέκεται με πίστη κι απόφαση, μ’ αγάπη για τη ζωή και με λαχτάρα για τη νίκη...
" Οι μαχητές βρίσκουνε μεγάλο κέφι. Η ...ασυνταξία του Χατζή δείχνει την αρχή της παράνοιας. Όταν κάνεις κέφι το θάνατο ξεφεύγεις από την "επανάσταση" κι αγγίζεις τη σχιζοφρένεια...


"...Οι άλλοι, κατακομμένοι, κατατσακισμένοι, άπιστοι και παραστρατημένοι, ακούνε μονάχα. Αυτοί δεν έχουν τίποτα ν’ αποκριθούν...Τους ξετρυπώνουν και κανένας εκεί δεν μπορεί να κρατήσει τη γροθιά που πέφτει στα μούτρα. Κι άλλη γροθιά.
[η πρώτη φάση...αντιμετώπισης των αιχμαλώτων του 611].
- Τί είπες, ρε κερατά;– Μη, συναγωνιστή, είμαι δημοκράτης. [Πόσοι άραγε απ' αυτούς του 611 ήτανε πραγματικά δημοκράτες, Ελασίτες ή αναβαπτισμένου Μακρονησιώτες; Όταν τους έλεγαν να μη φύγουν για το βουνό αλλά να καθήσουν στις πόλεις ή ακόμα χειρότερα να στρατευτούν για να...αλώσουν από μέσα το στράτευμα, τί περίμεναν ότι θα γίνει; Ο Χατζής δικαιολογείται:

Εμείς τους είπαμε, τους ξανάπαμε, τους φωνάξαμε με τον τηλεβόα, κάθε βράδυ τους λέγαμε – αδέρφια μην έρχεστε…Και να πάνε πού; Να πετάξουν τα όπλα και να πάνε σπίτια τους; Στρατοδικείο και εκτελεστικό απόσπασμα δηλαδή!]
Ο Γαλάνης κατάφερε και το ‘σκασε από τους πρώτους. [Αν έπιαναν τουλάχιστον αυτόν τον εγγληματία, θάχε κάποιο νόημα αυτή η αιματοχυσία].
Τα απομεινάρια του 611, που δεν πρόφτασαν να φύγουνε, βρίσκονται περικυκλωμένα. Όχι «κλοιός» των Αθηναίων στρατηγών. Περικυκλωμένα. Αφήνουν τις θέσεις τους και φεύγουνε δίχως να ξέρουν πού θα πάνε και τι θα βρούνε μπροστά τους. Οι στρατιώτες φωνάζανε μέσα στη νύχτα:
– Αδέρφια, μη μας χτυπάτε, είμαστε δημοκράτες.
Οι αξιωματικοί τους στεκόντανε πίσω με το πιστόλι, τους φωνάζανε να καλυφθούν, να κρυφτούν. Αυτοί περπατούσαν όρθιοι, βαριεστημένοι μέσα στο σκοτάδι, ταλαιπωρημένοι, δεν ξέρανε πού πήγαιναν, τραβούσαν σαν πρόβατα. Όσοι βρεθήκανε σκοτωμένοι ήταν όλοι χτυπημένοι με σφαίρα στο κεφάλι.
[Κι αυτοί που γλύτωσαν, με μιά σφαίρα στο κεφάλι βρέθηκαν!]

Καθώς κοντεύουνε πια να κατεβούνε το ύψωμα μια ιδέα γυρίζει στο νου της Περσεφόνης.
– Εσύ, σταμάτα. Έβγα από τη γραμμή.
Σταματάει και την κοιτάζει τρομαγμένος.
– Βγάλε το παντελόνι σου.
Ο στρατιώτης ανοίγει τα μάτια του διάπλατα. Κάτι θα ‘χε φτάσει στ’ αυτιά του απ’ αυτά που γράφουν οι εφημερίδες τους, για τις μαινάδες που έχουν μαζί τους οι αντάρτες.
– Στα γρήγορα, βγάλτο.
Το βγάζει ο φουκαράς κι ακόμα δεν ξέρει τι γίνεται. Η Περσεφόνη χάνεται για λίγο πίσω από ένα πουρνάρι. Ξαναγυρίζει κρατώντας στα χέρια της το σκισμένο παντελόνι της και φορώντας το καινούργιο του στρατιώτη. Του δίνει το δικό της και τον ξαναβάζει στη γραμμή. Ο άλλος που ερχότανε παραπίσω δεν είχε ανάγκη να τον φωνάξει η Περσεφόνη για να της δώσει το χιτώνιο του. Τ’ αλλουνού του πήρε τις αρβύλες και λαμποκοπάει μέσα στην καινούργια φορεσιά της.

[Η συνέχεια της ...αντιμετώπισης των αιχμαλώτων! Ξεβράκωμα -κι απ' τις δυό πλευρές!-]


"...Κρίμα πού δεν είχε έναν καθρέφτη η Περσεφόνη Βαλαή. Θα βλέπε και η πόρνη του Γαλάνη τα μούτρα της μέσα σ’ αυτόν. Στο δρόμο που κατεβαίνουν τα δυό κορίτσια ανταμώνουν την άλλη συνοδεία με τούς αιχμάλωτους άπω την Πόβλα. Ανάμεσα τους είναι και κείνη. Έχει μόνο μια κάλτσα στα πόδια, το στόμα της είναι στραβωμένο από την τρομάρα και το χασίς. Να μας συγχωρεί ο «Σύνδεσμος των Αιγυπτίων Κυριών» που διαμαρτυρήθηκε για το παιδομάζωμα, μα εμείς αυτή τη γυναίκα τη σκοτώσαμε..." [Τους ξέφυγε ο Γαλάνης, αλλά σκότωσαν -χωρίς δίκη!- την πόρνη. Η οποία θα πήγε φυσικά με τη θέλησή της να γίνει πουτάνα στους Γαλάνηδες...]
Ο τόπος στην περιοχή που γίνηκε ο ελιγμός είναι γιομάτος λάφυρα και νεκρούς.[Πρώτα τα πολυτιμα λάφυρα!!! Μετά οι ... νεκροί!]. 


 (Τα λάφυρα της μάχης. Αρχείο ΑΣΚΙ)

Στρατιώτες σκορπισμένοι βαδίζουν βαριεστεμένοι, απροφύλαχτοι,, άλλοι κρύβονται μέσα στα πουρνάρια και τις ρεματιές για να παραδοθούν.
Ακόμα κ’ οι γυναίκες από τα χωριά Μπαμπούρι και Τσαμαντά, που βγήκανε και μαζώνουν τα λάφυρα, γυρίζουνε πίσω φέρνοντας αιχμαλώτους...  [Αυτοί ήταν τελικά οι "ήρωες" του 611].


Έτσι τέλειωσε αυτή ή πρώτη επίθεση. Ένας απολογισμός χρειάζεται για να κλείσει η εικόνα: νεκροί 267, τραυματίες 250, αιχμάλωτοι 180, αυτόμολοι 5. Το σύνολο των απωλειών του εχθρού 702.
Από τούς αιχμαλώτους 81 στρατιώτες προσχώρησαν στο Δημοκρατικό Στρατό με τη θέληση τους και πολεμούνε και τώρα μαζί του. Οι άλλοι σταλθήκανε πίσω ελεύθεροι. Τρεις αξιωματικοί, Θ. Ευσταθίου, Κ. Αργυρόπουλος, Π. Βλαβιανός και ο ανθυπίατρος Στ. Σταυρόπουλος, δικάστηκαν από το στρατοδικείο του Αρχηγείου Ηπείρου. Και οι τέσσερις παραδέχτηκαν την κατηγορία. Ξεχωριστά ο Ευσταθίου και ο Αργυρόπουλος – παλιοί ελασίτες και κατόπι στην υπηρεσία του II Γραφείου και της Ασφάλειας – ομολόγησαν την προδοσία τους. Καταδικάστηκαν όλοι σε θάνατο. Το Γενικό Αρχηγείο πρότεινε τότε στην κυβέρνηση της Αθήνας να τους αλλάξουν με τρεις αιχμάλωτους αντάρτες της Θεσσαλονίκης. Η κυβέρνηση της Αθήνας δε δέχτηκε και η απόφαση εκτελέστηκε με ντουφεκισμό.

[Μόνο τέσσερις εκτελέστηκαν. Από τους 180 οι 81 προσχώρησαν στο Δημοκρατικό Στρατό κι οι άλλοι σταλθήκανε πίσω ελεύθεροι. Άρε Χατζή...]


θα ‘θελα καλύτερα να ‘σπαζα τα κοντύλια και να ‘σκιζα τα χαρτιά. [Μακάρι να τόκανες!]
 
Και καλά ο Χατζής. Εντεταλμένη Υπηρεσία εκτελούσε ως γραφιάς. Μετά δεν άντεξε και τον έστειλαν στα μετόπισθεν... Ο κ. καθηγητής όμως; Ο ιστορικός του Εμφυλίου κ. Μαργαρίτης, τί γράφει για το θέμα; Το...αποσιωπά, δεν είναι γι αυτόν τίποτα σπουδαίο! Κάποιοι αιχμάλωτοι, εκτελέστηκαν χωρίς δίκη, με μιά σφαίρα στο κεφάλι και δεμένα τα χέρια. Μετά θάφτηκαν σε έναν ομαδικό τάφο. Σιγά τα λάχανα! Πόλεμος ήταν.

Θα μπορούσαμε να κλείσουμε το θλιβερό αυτό θέμα εδώ. Αλλά έχει και συνέχεια. Ακόμα πιο θλιβερή! Η εκτέλεση των αιχμαλώτων πρέπει να δημιούργησε τεράστιο θέμα. Ο πόλεμος πιά πήρε την οριστική του μορφή. Οι αντάρτες ήξεραν ότι τώρα πια δεν υπήρχε γυρισμός. Είχαν περάσει τα όρια. Δεν πάλευαν για ένα καλύτερο αύριο. Κανένα αύριο δε στηρίζεται σε ένα άθλιο σήμερα!
Στην άλλη πλευρά, (αυτή των "Μπουραντάδων") η εκτέλεση των στρατιωτών τους ήρθε κουτί! Απαλλάχτηκαν από τους ράθυμους δημοκράτες. Την ίδια στιγμή οι άλλοι στρατιώτες ξέραν τί τους περιμένει αν πιαστούν αιχμάλωτοι. Κι άρχισαν κι αυτοί να πολεμάνε σαν τα λυσσασμένα σκυλιά!  Το ίδιο λάθος που έκαναν οι "μοναρχοφασίστες" αξιωματικοί της Αθήνας, που θεωρούσαν απαξιωτικά το Δημοκρατικό Στρατό "συμμορία" τώρα τόκαναν οι αντάρτες για τους άλλους. Τους υποτίμησαν κι αυτοί. Και χάσανε.

Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στη θλιβερή συνέχεια: Πως αντιμετώπισε το θέμα "επισήμως" ο Δημοκρατικός Στρατός; Με τη γνωστή μέθοδο:
Στο ΔΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ του ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ της Κυριακής 21 του Μάρτη 1948 διαβάζουμε για την τύχη των αιχμαλώτων:

συνεχίζεται στην επόμενη ανάρτηση (αν αντέχετε ακόμα :(
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: