KYBEIA
Σκύβω στον πάτο των εικόνων
και ένα έγκλημα σηκώνω
Δωδωναία τα θεμέλια
τα είχαν ραντίσει αίματα, μέλια
Ξάπλωσα να μετρήσω του ντερβίση
το ανάστημα, είδα κορφή από κυπαρίσι
ο άνεμος το είχε συγκλονίσει
άμφια ντύθηκε έτοιμο να λειτουργήσει.
Κοπή του βράχου, γύρω ασφάκα
δίπλα είχε πέσει η πλάκα
είχε συλληθεί το κτέριζαν μούσκλια
και μαρτυρούσε τα ετεροούσια.
Του είχε δοθεί του νάϊ ο σκοπός
στον άξονα είχε δονηθεί του ενός
Κόσμος ένας και παντοτεινός
Κόσμος του ονείρου πάντα νωπός.
Bλέπεις ψηλά δύο αετούς
να γράφουν κύκλους σαν κρικέλα
που δένει τον άλυσσο του πηγαινέλα
αυτόκλητους να πεις ή σταλτούς;
Η καρσέλα ταξιδεύει χωρίς φτερό
χωρίς πανί, δεξιόστροφα καθ’ ύψος
ανέβαινε η σελήνη δρεπάνι κοφτερό
που είχε πλύνει του πόντου ο γύψος.
Ο χρόνος είχε θερίσει τις χορδές
της υψωμένης λύρας των κιόνων
τέχνη αρχαία των Ιώνων
τα πάτησαν βάρβαρες ορδές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου