" Φάμανε το βόιδι και ποστάσαμαν στη νουρά. " "

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ

 Για το χατήρι μιάς φίλης...


«Ημίν ανήκουσιν η ευγλωττία και αι τέχναι της Ελλάδος και η των Θεών αυτής λατρεία, υμέτερος δε κλήρος εστί η αμάθεια και η αγροικία…» ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ…

1 Ο Ιουλιανός εν τοις Μυστηρίοις            1896

2 Αθανάσιος                                 Απρίλιος 1920

3 Ο επίσκοπος Πηγάσιος                 Μάιος 1920

4 Ο Ιουλιανός, ορών ολιγωρίαν                 1923

5 Η διάσωσις του Ιουλιανού   Δεκέμβριος 1923

6 Ο Ιουλιανός εν Νικομηδεία                     1924

7 Hunc deorum templis               Μάρτιος 1926

8 Μεγάλη συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών1926

9 Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς                   1926

10 [Πρώτα ο Ματθαίος, πρώτα ο Λουκάς]

11 Ουκ έγνως                                                1928

12 Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας            1933

Γιατί ασχολήθηκε τόσο πολύ ο Καβάφης με τον Ιουλιανό; Γιατί του αφιέρωσε (από την ωριμότερη περίοδο της ζωής του) 12 ποιήματα;

Τι είχε πραγματικά στο νου του ο ποιητής, όταν έγραφε αυτά τα έργα;

Ίσως δεν θα το μάθουμε ποτέ. Αλλά αυτό που μπορούμε να διακρίνουμε είναι η λεπτή ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίζει το τεράστιο θέμα της προσπάθειας του Ιουλιανού, να επαναφέρει την παλιά θρησκεία και να ανακόψει το δρόμο του Χριστιανισμού.

Επιφανειακά τα ποιήματα επιτίθενται εναντίον του «αποστάτη», τον οποίο ο Καβάφης «στολίζει» με αρκετά επίθετα:

«φαύλος» και «κάθαρμα» στο «Αθανάσιος», «ο πολύς φιλόσοφος Αύγουστος» στο «Η διάσωσις του Ιουλιανού», «ο ψεύτης Χριστιανός», «ο ηγεμονίσκος Ιουλιανός» στο «Ο επίσκοπος Πηγάσιος», «ο ανόητος» στο «Ο Ιουλιανός εν τοις Μυστηρίοις»

«αυτόνα τον Χριστιανομαθημένο», στο «Ο Ιουλιανός ορών ολιγωρίαν», «ήταν προωρισμένος να υπηρετήσει τα τεμένη των (ψευτών) θεών» στο «Hunc deorum templis», «ο ανόσιος Ιουλιανός στο  «Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας», «Τες περί των ψευδών θεών αερολογίες του, τες ανιαρές περιαυτολογίες την παιδαριώδη του θεατροφοβία την άχαρι σεμνοτυφία του τα γελοία του γένεια.» στο «Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς», «Ο μιαρότατος, ο αποτρόπαιος Ιουλιανός» στο «Μεγάλη συνοδεία εξ ιερέων και λαϊκών», «ο κούφος Ιουλιανός», «ο γελοιωδέστατος» στο «ουκ έγνως» 

Τις περισσότερες πληροφορίες (για το συγκεκριμένο θέμα), ο Καβάφης τις άντλησε από τους εκκλησιαστικούς πατέρες, τον Σωκράτη, τον Θεοδώρητο και τον Σωζομενό, των οποίων το ύφος αλλά και το μένος εναντίον του Ιουλιανού αντιγράφει με επιτυχία, αλλά και (όπως ο ίδιος γράφει) από βιβλία με αμφίβολη επιστημονική εγκυρότητα (όπως το βιβλίο της E.L. Butcher για την ιστορία της εκκλησίας της Αιγύπτου). Διαβάζοντας το σύνολο των ποιημάτων του Καβάφη για τον Ιουλιανό, ο αναγνώστης νοιώθει σαν να ξαναβρίσκεται σ’ εκείνη τη μακρινή εποχή. Η πάλη συνεχίζεται, σαν να μην έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε. Η πολεμική εναντίον του «αποστάτη» παραμένει ζεστή, οι ύβρεις εξυπηρετούν το στόχο τους όπως και τότε. Η πιστή αντιγραφή του ύφους των πρώτων πολεμίων του Ιουλιανού, εξυπηρετεί την «σκηνοθεσία» του ποιητή και την μεταφορά του αναγνώστη στην εποχή που διαδραματίζονται τα γεγονότα. Η υπερβολή ξενίζει αλλά βοηθάει.

Ο Καβάφης εμφανίζεται εδώ (όπως και σε αρκετά άλλα ποιήματα) φανατικός χριστιανός και ακόμη πιο φανατικός επικριτής του Ιουλιανού. Επιλέγει να επαινέσει τον μεγάλο αντίπαλό του εθνικού αυτοκράτορα, τον Αθανάσιο[1] και να κριτικάρει δυο φορές άγρια τον Ιουλιανό, ακόμα και τη στιγμή που πέθαινε χτυπημένος πισώπλατα από τους χριστιανούς. Σβήνει μάλιστα από την πρώτη γραφή του ποιήματος «ο Αθανάσιος» τη λέξη "φαύλος" και την αντικαθιστά με την ακόμα βαρύτερη βρισιά: "κάθαρμα"![2]

Στην τελευταία και πιο μεστή περίοδο της ζωής του, επανέρχεται συνεχώς στον Ιουλιανό με ερωτικό σχεδόν πάθος. Είναι το πρόσωπο που τον απασχολεί περισσότερο ( 13 ποιήματα αφιερωμένα σ’ αυτόν!)

Σίγουρα δεν το κάνει για…θρησκευτικούς λόγους. Ήταν τελείως περιττή η πολεμική του. Ο Ιουλιανός είχε χάσει κατά κράτος κι οι χριστιανοί γέμισαν τη μνήμη του με συκοφαντίες και ύβρεις. Έμεινε για πάντα στην ιστορία ως «ο παραβάτης» και το όνειρό του χάθηκε για πάντα. Γιατί ο Καβάφης επαναφέρει τόσο πιστά μια ξεχασμένη ιστορία από το παρελθόν; Γιατί επιλέγει να αποκαλέσει έναν πεθαμένο από χιλιετίες αντίπαλο «κάθαρμα»;

Πέρα από την «σκηνοθεσία» του ποιήματος που αναφέραμε, κρύβεται η "ερωτική έλξη". Ο Ιουλιανός είναι ο ιδανικός εραστής. Η απόλυτη δύναμη συνυφασμένη με το νεανικό πάθος και το προδομένο τέλος στο πεδίο της τιμής. Ο Καβάφης λατρεύει τον Ιουλιανό, αλλά σαν χριστιανός δεν του συγχωρεί την «παράβαση». Του συμπεριφέρεται σαν προδομένη ερωμένη και τον λοιδορεί συνεχώς. Κρύβει με επιμέλεια τα συναισθήματά του πίσω από κολακείες για τους αντιπάλους και κατηγορεί τον Ιουλιανό ακόμα και για την …εμφάνισή του ("τα γελοία γένια").

[1] Ακολουθώντας τον Θεοδώρητο για τον οποίο ο Αθανάσιος ήταν πένταθλος τῆς ἀληθείας ἀγωνιστὴς.

[2] Ακολουθώντας (και ξεπερνώντας σε μένος!) και εδώ  τον Θεοδώρητο ο οποίος αποκαλεί τον  Ιουλιανό προστάτην τῆς ἀσεβείας.

 ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ  

             

 Αθανάσιος

Μέσα σε βάρκα επάνω στον μεγάλο Νείλο,

με δυο πιστούς συντρόφους μοναχούς,

φυγάς και ταλαιπωρημένος ο Αθανάσιος

-ο ενάρετος, ο ευσεβής, ο την ορθήν πίστιν τηρών-

προσεύχονταν. Τον καταδίωκαν οι εχθροί

και λίγη ελπίς υπήρχε να σωθεί.

Ήταν ο άνεμος ενάντιος·

και δύσκολα η σαθρή βάρκα τους προχώρει.

Σαν ετελείωσε την προσευχή,

έστρεψε το θλιμμένο βλέμμα του

προς τους συντρόφους του –κι απόρησε

βλέποντας το παράξενο μειδίαμά τους.

Οι μοναχοί, ενώ προσεύχονταν εκείνος,

είχαν συναισθανθεί τι εγίνονταν

στην Μεσοποταμία· οι μοναχοί

εγνώρισαν που εκείνη την στιγμή

το κάθαρμα ο Ιουλιανός είχεν εκπνεύσει.

                                   Απρίλιος 1920



 Ο «Αθανάσιος» είναι ένα από τα "ατελή" ποιήματα του Καβάφη. Δεν το τέλειωσε ποτέ, γιατί δεν βρήκε τις αναφορές στα ιστορικά βιβλία για το περιστατικό αυτό που  είχε διαβάσει σε ένα αγγλικό βιβλίο για την ιστορία της εκκλησίας της Αιγύπτου.

Όπως αναφέρει στις σημειώσεις του[1] στο βιβλίο της   E.L. Butcher, The story of church of Egypt διάβασε για την ιστορία που περιγράφει (με τον δικό του τρόπο) στο ποίημα.

 Στον φάκελο του ποιήματος το Νοέμβριο του 1929, σημείωσε ότι δεν βρήκε ούτε στον 67ο τόμο της πατρολογίας του Migne την επιβεβαίωση του περιστατικού, ούτε στον 82ο, και συμπλήρωσε πως «εάν δεν ευρεθεί αλλού, σε κανέναν βίο του Αγ. Αθανασίου, το ποίημα δεν στέκεται».

Φυσικά μιλάει μόνο για το δεύτερο τμήμα του ποιήματος, την υπερφυσική ενόραση των μοναχών για τον θάνατο του Ιουλιανού που τον εντυπωσίασε. Τη φυγή του Αθανάσιου από την Αλεξάνδρεια με τη βάρκα την είχε βρει στις διηγήσεις των εκκλησιαστικών συγγραφέων που ίδιος αναφέρει.

 
Το «ατελές» αυτό ποίημα, το οποίο δέχτηκε όμως αρκετές διορθώσεις από τον ποιητή ο οποίος το τοποθέτησε σε αυτοσχέδιο φάκελο με σκοπό να ασχοληθεί στο μέλλον με αυτό, εντάσσεται στον κύκλο των ποιημάτων που ασχολούνται με τον Ιουλιανό.

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι στο φάκελο «ο ενάρετος, ο ευσεβής, ο την ορθήν πίστιν τηρών» , αναφέρεται απλά «Αθανάσιος». Ούτε Μέγας ούτε Άγιος.

 
Ο Καβάφης συνδύασε σε αυτό το ποίημα δυο ιστορίες. Τη μία με την  καταδίωξη του  Αθανάσιου απὸ τους άνδρες του έπαρχου της Αλεξάνδρειας στο Νείλο, που περιγράφεται πρώτα από τον Σωκράτη, Εκκλησιαστικὴ ιστορία, 3.14, και μετά απὸ τον Θεοδώρητο, Εκκλησιαστικὴ ἱστορία, 3.5, (ο οποίος άντλησε από τον Σωκράτη και διάνθισε το κείμενο) καὶ ποὺ βρίσκονται στοὺς τόμους 82, 1096D, καὶ 67, 416A-B τῆς ελληνικής Πατρολογίας του Migne, αντίστοιχα και τον Σωζομενό όπως αναφέρει ο ίδιος στις σημειώσεις του το Νοέμβρη του 1929.

Σύμφωνα με αυτή την ιστορία, ο  Αθανάσιος μπήκε απὸ τὴν Αλεξάνδρεια μετά την εξορία του από τον Ιουλιανό σ’  ένα πλοίο κατευθυνόμενος νότια. Ενῶ το πλοίο των  στρατιωτών  του επάρχου τους καταδίωκε, χωρὶς όμως να τους βλέπει, ο  Αθανάσιος,  διέταξε να αλλάξουν κατεύθυνση και να ξαναγυρίσουν προς την Αλεξάνδρεια. Όταν συναντήθηκαν με το πλοίο του αξιωματούχου, που χωρὶς να γνωρίζει τον Αθανάσιο, τον ρώτησε πόσο μακριὰ είναι ο Αθανάσιος εκείνος του απάντησε «όχι πολὺ μακριά», συνεχίζοντας την πορεία του και ξεφεύγοντας απὸ τους διώκτες του οι οποίοι συνέχισαν προς νότον ανεβαίνοντας τον ποταμό.

 Η πρώτη στροφή, λοιπόν, ταιριάζει περίπου με τις αφηγήσεις του Σωκράτη του Σωζομενού καὶ  του Θεοδώρητου τις οποίες βλέπουμε παρακάτω:

 Σωκράτη, Ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, 3.14

Ένθα και κατά 'Αθανασίου του επισκόπου σκευωρίαν ποιησάμενοι, γνωρίζουσι βασιλεί, ως λυμαίνοιτο την πόλιν και πάσαν την Αίγυπτον, και δειν αυτόν απαλλάττειν της πόλεως. Κεκίνητό τε κατ' αυτού, εκ προστάγματος βασιλικού και ο Αλέξανδρείας έπαρχος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ'.

Περί της 'Αθανασίου φυγής.

Ο δε φεύγει πάλιν, ειτών τους γνωρίμοις, Υποσταλώμεν μικρόν, ώ φίλοι· νεφύδριον γάρ έστι, και παρέρχεται. Ταύτα είπών, ευθύς ως είχε, πλοίω διά του Νείλου εις την Αίγυπτον έφυγεν. Εδίωκον δε κατόπιν οι συλλαβείν αυτόν σπεύδοντες. Επειδή δε ου πόρρωθεν είναι επύθετο τους διώκοντας, οι μεν συνόντες, ως επί την έρημον αύθις φεύγειν εκέλευον· ο δε, σοφή γνώμη χρησάμενος, διέφυγε τους διώκοντας. Τοις γαρ διώκουσιν, εξυποστρέψαντας, απαντάν συνεβούλευε. Και τούτο ή τάχος έγινετο. Επεί δε πλησίον των διωκόντων οι πρό μικρού φεύγοντες ήσαν, ουδέν οι ζητούντες ηρώτων τους περί Αθανάσιον, ή που Αθανάσιον τιθέανται. Ο δε, εγγύς αυτού που είναι εμήνυον· και οι επισπεύσειεν, ουκ εις μακράν αυτόν καταλήψεσθαι έλεγον. Και ούτως οι μεν παρατραπέντες, συντόνως μάτην εδίωκον. Ο δέ διαφυγών, την Αλεξάνδρειαν λαθραίως κατέλαβε. Και εκεί λανθάνων διήγεν, έως ού ο διωγμός επαύσατο.

 Σωζομενός 4.10.4 Καὶ παραπλησίου δ' αὖ καὶ ἄλλοτε ἐπὶ ᾿Αθανασίῳ συμβάντος εἰς ἀκοὴν ἦλθον. ἐπεὶ γὰρ κατὰ τοιαύτην αἰτίαν ὡς ἐπὶ Αἴγυπτον φεύγων ἀνέπλεεν ἐπὶ τὸν Νεῖλον, μηνυσάντων τοῦτό τινων ἐδίωκον αὐτὸν οἱ συλληψόμενοι. προμαθὼν δὲ θειόθεν τὴν δίωξιν ἐξήγγειλε τοῖς συμπλέουσι καὶ ἀναστρέφειν ἐπὶ τὴν ᾿Αλεξάνδρειαν ἐκέλευσεν. ἐν δὲ τῷ καταπλεῖν ἀναπλέοντας τοὺς ἐπιβούλους παραμείψας ἐπὶ τὴν πόλιν διεσώθη καὶ ὡς ἐν ὁμίλῳ καὶ πλήθει οἰκημάτων ἀσφαλέστερον ἐλάνθανεν.

 ΘΕΟ∆ΩΡΗΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΡΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

185-186. Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον Ἀθανάσιος πάλιν ὁ πένταθλος τῆς ἀληθείας ἀγωνιστὴς ἕτερον ὑπέμεινε κίνδυνον. οὐκ ἐνεγκόντες γὰρ οἱ δαίμονες τῆς Ἀθανασίου γλώττης καὶ προσευχῆς τὴν ἰσχύν, τοὺς οἰκείους ὑπουργοὺς εἰς τὰς κατ' ἐκείνου λοιδορίας καθώπλισαν. καὶ πολλὰς μὲν καὶ ἄλλας ἀφῆκαν φωνάς, ἀντιβολοῦντες τὸν προστάτην τῆς ἀσεβείας ἐξελάσαι τὸν Ἀθανάσιον, προσέθεσαν δὲ καὶ ταύτην· "εἰ Ἀθανάσιος μένοι, οὐδεὶς Ἕλλην μενεῖ· ἅπαντας γὰρ εἰς τὸν οἰκεῖον μεταστήσει χορόν". ταύτας Ἰουλιανὸς τὰς ἱκετείας δεξάμενος 186 οὐκ ἐξελαθῆναι μόνον προσέταξεν, ἀλλὰ καὶ ἀναιρεθῆναι τὸν Ἀθανάσιον. τῶν δὲ θιασωτῶν ὀρρωδούντων, προειρηκέναι λέγεται τὴν ταχεῖαν τοῦ θορύβου κατάλυσιν· νέφος

γὰρ αὐτὸν προσηγόρευσε διαλυόμενον ὅτι τάχιστα. ὑπεχώρησε δὲ ὅμως, ἐληλυθέναι τοὺς ἀπεσταλμένους μεμαθηκώς· καὶ πορθμεῖον εὑρὼν παρὰ τὴν ὄχθην τοῦ ποταμοῦ ἐπὶ τὴν Θηβαίων χώραν ἀνήγετο. ὁ δὲ ἀνελεῖν αὐτὸν προστεταγμένος, πυθόμενος τὴν φυγήν, κατὰ κράτος ἐδίωκεν. ἑτέρου δέ τινος τῶν γνωρίμων προειληφότος καὶ σφόδρα ἐλαύνειν αὐτὸν εἰρηκότος, τινὲς μὲν τῶν συνόντων ἐπὶ τὴν ἔρημον ἐκκλίνειν ἱκέτευον· αὐτὸς δὲ τῷ κυβερνήτῃ ἐπὶ τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἰθῦναι τὸ πορθμεῖον ἐκέλευεν. οὕτω δὴ αὐτῶν καταντικρὺ τοῦ διώκοντος φερομένων, ἧκεν ὁ τοῦ θανάτου τὰς ἐντολὰς δεδεγμένος καὶ πόσον ἀφέστηκεν ὁ Ἀθανάσιος ἤρετο. ὁ δὲ πελάζειν τοῦτον εἰπὼν ἐκεῖνον μὲν ἀπέπεμ ψεν, αὐτὸς δὲ τὴν Ἀλεξάνδρειαν κατέλαβε καὶ τὸ λειπόμενον τῆς Ἰουλιανοῦ βιοτῆς αὐτόθι διέλαθεν.

 Ἡ δεύτερη ἱστορία με την ενόραση των δυο συντρόφων του μοναχών, στηρίχτηκε αποκλειστικά στη διήγηση της Butcher ἀλλὰ ο Καβάφης δεν μπόρεσε να το τεκμηριώσει από άλλες πηγές κι έτσι τελικά, κράτησε αδημοσίευτο το ποίημα.

 

184-185  Αυτή η εντολή [της εξορίας] έφτασε στον Αθανάσιο τον Οκτώβριο του 362. Παρηγόρησε τους φίλους του που έκλαιγαν και μετά επιβιβάστηκε σε βάρκα βιαστικά ανεβαίνοντας το Νείλο. Πριν απομακρυνθεί αρκετά, με κάποιο τρόπο του γνωστοποιήθηκε ότι τον κυνηγούσαν κυβερνητικοί πράκτορες, οι οποίοι ήταν πολύ κοντά, αλλά ήταν εκτός της οπτικής εμβέλειας λόγω μιας στροφής της ροής του ποταμού. Εύστροφα ο Αθανάσιος διέταξε να γυρίσει πίσω η βάρκα του, και να κατευθυνθεί για να συναντήσει το κυβερνητικό σκάφος, με τους άντρες που ρωτούσαν καθώς περνούσαν δίπλα τους, να μάθουν αν είχαν δει τον Αθανάσιο. «Δεν είναι μακριά», απάντησε ο Πατριάρχης, όσο η βάρκα του σε λίγο χάνονταν και πάλι εκτός της οπτικής εμβέλειάς τους. Ο Αθανάσιος κατευθύνθηκε προς τη Χαίρου, όπου αποβιβάστηκε και συνέχισε το ταξίδι του οδικώς προς τη Μέμφιδα, από όπου έγραψε στη Θηβαΐδα. Κοντά στην Ερμούπολη βρέθηκε με τον Θεόδωρο, ηγούμενο της Μονής Ταμπενέσι ο οποίος πήγε να τον συναντήσει. Μια θριαμβευτική πομπή φανών, σαν αυτή κάποιου κατακτητή που επέστρεφε και όχι σαν αυτή ενός Πατριάρχη εξόριστου. Ο Αθανάσιος έμεινε για λίγο διάστημα στην Ερμούπολη και την Αντίνο, κηρύσσοντας και εκτελώντας ανοιχτά τα καθήκοντά του, σαν να ήταν σε μια συνήθη επίσκεψη περιοδείας; αλλά κατά τα μέσα του καλοκαιριού έλαβε νέα προειδοποίηση ότι ήταν σε κίνδυνο και ο Θεόδωρος ήρθε ξανά με έναν άλλο ηγούμενο για να τον παρακαλέσει να κρυφτεί στην Ταβένα. Επιβιβάστηκε σε μια σκεπαστή βάρκα με δύο μοναχούς, αλλά ο άνεμος ήταν εναντίον τους, και έγινε απαραίτητο να ρυμουλκηθεί η βάρκα τους με οδυνηρή βραδύτητα. Ο Αθανάσιος ήταν για κάποιο διάστημα απορροφημένος στην προσευχή και δεν παρατήρησε τα πρόσωπά των δύο συντρόφων του. Τελικά στράφηκε σε αυτούς και άρχισε να τους λέει: «Αν σκοτωθώ» - αλλά σταμάτησε καθώς είδε να χαμογελάνε περίεργα οι δύο μοναχοί, οι οποίοι τον ενημέρωσαν ότι όσο διάστημα προσευχόταν είχαν βιώσει μια υπερφυσική διαίσθηση ότι ο Ιουλιανός δεν ήταν πια εν ζωή. Ο Ιουλιανός είχε, στην πραγματικότητα, σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης στις 26 Ιουνίου 363. Δεν είναι σίγουρα γνωστό πώς σκοτώθηκε, αλλά τότε οι παγανιστές ιστορικοί δεν είχαν ενδοιασμούς να ισχυριστούν ότι είχε σκοτωθεί ύπουλα από έναν από τους Χριστιανούς στρατιώτες του, ο οποίος, όντας φανατικός, είχε πείσει τον εαυτό του ότι κλήθηκε να σκοτώσει τον εχθρό του Κυρίου. Αλλά δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη αυτής της δήλωσης. Ο Κάλλιστος, ένας από τους σωματοφύλακές του, δήλωσε ότι είχε σκοτωθεί από έναν δαίμονα; και οι Χριστιανοί δήλωσαν ότι πέθανε από την επίσκεψη του Θεού. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι πολλά άτομα σε διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας λέγεται ότι είχαν βιώσει μια υπερφυσική διαίσθηση του θανάτου του τη στιγμή που γινόταν. (Μετάφραση: Ανδρέας Ρίζος)

Ο Καβάφης, δεν εντόπισε τελικά την ιστορία με την τόσο εντυπωσιακή ενόραση των μοναχών, που αναφέρει η Butcher στο βιβλίο της.

Πιστός στην ρήση του ότι «…εγώ είμαι ποιητής ιστορικός…» αφού δεν το εντόπισε, τήρησε την υπόσχεση που έδωσε στον εαυτό του « εάν δεν ευρεθεί αλλού, σε κανέναν βίο του Αγ. Αθανασίου, το ποίημα δεν στέκεται» και δεν δημοσίευσε το ποίημα.

Τελικά η απάντηση βρίσκονταν στον 26 τόμο της Ελληνικής Πατρολογίας του Migne, στις σελίδες 980-1. (G.W. Bowersock, The Julian Poems of C. P. Cavafy | Byzantine and Modern Greek studies, 7, 1981, σ.94, «In fact, the story is in MPG, XXVI, cols. 980C-81C.»)


[1] Στη μία όψη δεύτερου φύλλου παράθεμα στα αγγλικά με βραχυγραφίες από έκδοση για την Εκκλησία της Αιγύπτου και στην άλλη όψη τα στοιχεία της έκδοσης

Δεν υπάρχουν σχόλια: