" Φάμανε το βόιδι και ποστάσαμαν στη νουρά. " "

Τρίτη 2 Μαρτίου 2021

Ένας Φιλιατιώτης: Πετρίτ Μουσά Ντέμης


 
Κάποιοι τυχεροί, όπως ο Γιώργος ο Κώτσης, έψαξαν και βρήκαν τον Πετρίτ γιό του Μουσά Ντέμη, στους Άγιους Σαράντα. Έναν Φιλιατιώτη από τους παλιούς, που βγήκε στον ΕΛ.ΑΣ ενάντια στους κατακτητές, και πολέμησε στην Ελλάδα και την Αλβανία.
https://neafiliaton.com/2021/03/02/%ce%b1%ce%bd%ce%b1%ce%bc%ce%bd%ce%ae%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%cf%83%cf%85%ce%bb%ce%bb%cf%8c%ce%b3%ce%bf%cf%85-%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%bf%ce%b1%ce%bb%ce%b2%ce%b1%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ae%cf%82/
Γράφει ο Γιώργος:
"...Το καλοκαίρι του 2000 βρεθήκαμε στους Αγίους Σαράντα, ήρθαμε σε επαφή με το συμβούλιο του Αλβανοελληνικού Συλλόγου Φιλίας- τον πρόεδρο Σκελκίμ Χάϊνο- φίλο, δημοσιογράφο και άλλα μέλη. Αφού τελειώσαμε με τις συναδελφικές ενημερώσεις και επαφές, είπαμε να πάμε για καφέ στο ξενοδοχείο Βουθρωτό- Butridi, που εκείνο τον καιρό όπως μας είπαν το είχε αγοράσει ένας Ντέμη με καταγωγή το Φιλιάτι. Πράγματι καθίσαμε σε ένα από τα μπαλκόνια του τεράστιου ξενοδοχείου με θέα την παραλία των Αγίων Σαράντα έως την Κέρκυρα. Δώσαμε στο γκαρσόνι παραγγελία και τον ρωτήσαμε αν είναι ο ιδιοκτήτης εκεί γιατί είμαστε από το Φιλιάτι- μας είπε ναι θα ενημερώσω και έφυγε. Σε λίγο εμφανίστηκε ένας ψηλός άνδρας ντυμένος σπορ, βερμούδα και χαβανέζικο πουκάμισο. ¨Γεια σας¨, μας  λέει στα ελληνικά, ¨ποιος είναι από το Φιλιάτι¨; Όλοι, του είπαμε με μια φωνή- ήταν στην παρέα τα μέλη του Συλλόγου, Μιχάλη Κώτσης, Βύρων Μέμμος, Γιώργος Κώτσης μαζί και οι Χρυσόστομος Ζούλας, ίσως και ο Πολ Μαντέλος. Τότε αυτός είπε απευθυνόμενος στο γκαρσόνι που έφερε την παραγγελία, ¨κέρασε τους χωριανούς μου ότι θέλουν από εμένα¨. Αφού τον ευχαριστήσαμε του είπαμε να καθίσει στην παρέα αλλά δεν κάθισε, ¨έχω κάποιες δουλειές είπε, αλλά θα σας στείλω τον αδελφό μου τον Πετρίτη που τυχαίνει να είναι εδώ διακοπές¨. Αλλάξαμε λίγες φιλοφρονήσεις ακόμη, μας χαιρέτησε και έφυγε. Σε λίγο εμφανίσθηκε ο Πετρίτης- μεγαλύτερος σε ηλικία και γνωστός του Χρυσόστομου Ζούλα- ήταν γείτονες στο Φιλιάτι, αλλά και του Μιχάλη Κώτση από τα αντάρτικα, είχε ζήσει και στου Τσαμαντά.

  Ο Πετρίτης ήταν μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος κι ο λόγος του μελίρρυτος- δάσκαλος και επιθεωρητής στοιχειώδους εκπαίδευσης, συγγραφέας κλπ. Μαζί του χορτάσαμε κουβέντα, ειδικά οι παλιοί που γνωρίζανε πρόσωπα και πράγματα. Σε εντυπωσίαζε ο λόγος του και ο τρόπο που μιλούσε τα ελληνικά, δεν άντεξα και τον ρώτησα πως μου κάνει εντύπωση που τα μιλάει τόσο καλά για να πάρω την απρόσμενη απάντηση: ¨είναι η μητρική μου γλώσσα¨. Μετά από αρκετές ώρες η παρέα διαλύθηκε- χαιρετίσαμε τον Πετρίτη για τελευταία φορά- όταν μετά από μερικά χρόνια πήραμε τηλ. στο σπίτι στα Τίρανα μας είπαν ότι είχε χαθεί!

   Πρέπει να πω ότι ο πατέρας τους Μουσά Ντέμη ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα στο Φιλιάτι- εκτιμώμενος τόσο από τους ομόθρησκούς του όσο και από τους χριστιανούς. Νουνεχής και έξυπνος άνθρωπος πάλευε για την ειρηνική συμβίωση των δυο θρησκευτικών κοινοτήτων των Φιλιατών και μαζί με 1-2 ακόμη κατάφεραν να μη γίνουν σοβαρά έκτροπα στο Φιλιάτι.

 Μόνιμα αντιπρόεδρος της κοινότητας Φιλιατών με καλές γραμματικές γνώσεις, όπως φαίνονται από επιστολές του στον Νίτσο και στο Χρηστοβασίλη. Ο Γεώργιος Βουγίδης για να δείξει την εκτίμηση στις γνώσεις του είχε γράψει γι΄αυτόν: ¨τι να πω και τι να γράψω για τον Μουσά/ που φοβάμαι ότι θα βάλει τα γυαλιά στη μούσα μου¨!     «Από ότι θυμάται η μάννα μου Χρυσάνθη Κώτση- Αγγελόπουλου, τη γυναίκα του Μουσά Ντέμη την έλεγαν Ντίλε, είχε τρία κορίτσια, τη Γκιούλη, Κίζε και η Σάπφω και δυο αγόρια τον μικρό Ρεσούλη και τον μεγάλο Πετρίτης ο οποίος σπούδαζε.

 ¨Διηγείται η μάννα μου: έκανα παρέα με την Κίζε η οποία πέθανε στα 17 της από αρρώστια στο στομάχι- είχα πάει και την είχα δει στο κρεβάτι και μου έλεγε η μάννα της να μη σε δει που κλαίς Χρυσάνθη- την έθαψαν στο νεκροταφείο προς τη Σπάταρη. Η μεγάλη η Γκιούλη ήταν φιλενάδα με την αδελφή μου την Νίκη. Στην αυλή είχαν μια συκιά με κόκκινα σύκα και μια μέρα είπε η Ντίλε στο Ρεσούλη, ¨φτάσε κανα σήκo για την κοπέλα Ρεσουλάκο¨ κι αυτός της είπε ¨όχι¨. Άντε του πε θα σου δώσω καραμέλα και τότε αυτός ανέβηκε και μου έκοψε δυο σύκα. Ο Πετρίτης σπούδαζε και όταν έρχονταν έπιανε το τραγούδι, είχε πολύ ωραία φωνή



Μέχρι να βρούμε τα βιβλία του, ας διαβάσουμε σε μετάφραση του Αντώνη Γκίνη από το Μαργαρίτι, μια νεκρολογία του Πετρίτ, που του αφιέρωσε ο καλός του φίλος Ναμίκ Σελμάνι.

Ευχαριστώ το Γιώργο Κώτση για τη φωτογραφία και τον Αντώνη Γκίνη για τη μετάφραση. Να σημειώσω εδώ, ότι τα κείμενα αυτά διέπονται από τον αλβανικό εθνικισμό αλλά εμείς είμαστε συνηθισμένοι από τον δικό μας και δεν χρειάζονται διευκρινήσεις...

Απλά, κάποτε θα πρέπει να μάθουμε να ακούμε και τη φωνή της άλλης πλευράς, για να μπορέσουμε να έχουμε την απαραίτητη σφαιρική άποψη.

"Γεννήθηκα στο Φιλιάτι 
 σε εκείνο το χωριό, σε εκείνο το σπίτι
 σε εκείνο το μέρος το γεμάτο ομορφιά.
 Στην δύστυχη Τσαμουριά.

 Ω, Φιλιάτι, ευλογημένο μέρος 
γύρισε τη σελίδα για να σε δω 
όχι τόσο θλιβερό πια.

Να πούμε δυό λέξεις 
να μας φύγει ο πόνος!."

Πετριτ Μουσά Ντέμης

Nαμίκ Σελμάνι: Αντί για φόρο τιμής στον δημοσιογράφο Πετρίτ Μουσά Ντέμη

Πέμπτη, 28.08.2009

Άγραφη διαθήκη

Ο Πετρίτ Ντέμη, ή ο καθηγητής Πετρίτ, καθώς  όλοι οι συνάδελφοί του και οι συμπατριώτες του τον αποκαλούσαν με σεβασμό, σε όλους τους χώρους όπου συναντιόνταν, έπιναν έναν καφέ φιλικά και συζητούσαν τόσο παθιασμένα για πολλά κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα, είχε τόσα πολλά να πει και να γράψει με την τολμηρή και αξιόλογη πένα του για το έθνος και γενικά για την Τσαμουριά.

Σ΄αυτόν τον αλβανισμό, που φαινόταν σαν μια λογική συνέχεια μιας αξιοσημείωτης αναγέννησης, έδωσε το καλύτερο της ζωής του, ζωής γεμάτης γεγονότα, με πόνο, με δοκιμασίες ατελείωτων βασανιστηρίων, με δύσκολες πράξεις γεμάτες θυσίες στην υπηρεσία του μέλλοντος του έθνους. Ξαναδιαβάζοντας και σήμερα όλα αυτά τα βιβλία και  τα γραπτά του Πετρίτ Ντέμη που τα περιμέναμε με ανυπομονησία το ευρύ αναγνωστικό κοινό και ειδικά το ακαδημαϊκό, σε σχέση με το πρόβλημα της Τσαμουριάς, νιώθω για άλλη μια φορά αυτή την επιθυμία να είμαι προσεκτικός μαθητής μπροστά στη σοφία του.

Νομίζω ότι ο πρόωρος χωρισμός του από τη ζωή ήταν ένας μεγάλος πόνος όχι μόνο για την οικογένειά του, για τους γιους του Λεονάρντο, Aρμπέν και Aλφρέντ ή ακόμα και για την κόρη του Τζουλιέτα, για τον αδερφό του Ρεσούλη που είπε ότι τον είχε σαν έναν πολύ καλό φίλο, αλλά και για όλους που τον γνώριζαν από κοντά.

Για τους αναγνώστες των εφημερίδων "55", "Çamëria", "Rilindja Demokratike", κ.λπ., όπου παρουσίασε και ξεδίπλωσε ολόκληρη την άποψη και την πολύ σαφή θέση ενός ιστορικού θέματος, πολιτισμένα, σωστά και, πάνω απ’ όλα, με πατριωτικό ενδιαφέρον. Η ακριβής αφήγηση με βάση την επιλεκτική λεπτομέρεια, στην περιγραφή του εθνικού δράματος, ήταν ο μυελός της δημοσιογραφικής αλλά και της ποιητικής δημιουργικότητάς του.

Ο Πετρίτ  Ντέμη ήταν ένας από αυτούς τους διανοούμενους που δημιουργήθηκαν σε μια σπάνια και ευημερούσα πατριωτική χώρα. Για 50-60 χρόνια ο πατέρας του, ο Mουσά Ντέμη,  ήταν μια από τις πιο εξέχουσες εθνικές προσωπικότητες στην Τσαμουριά και όλα τα αλβανικά εδάφη της Νότιας Αλβανίας, Ήταν από εκείνους τους λαϊκούς ηγέτες μιας τόσο άτυχης και καταπατημένης περιοχής, ικανούς όχι μόνο  να πολεμήσουν με το όπλο στο χέρι, αλλά από εκείνους τους ηγέτες που οδήγησαν με μεγάλη σοφία την κοινωνία τους με τα λόγια και με τα γραπτά τους.

Ο Mουσά Ντέμη ανήκε σε αυτήν την ομάδα.

 Σε μια φωτογραφία του 1911 τον βλέπουμε με μια χαρακτηριστική τσάμικη ενδυμασία και με ένα όπλο στο χέρι του, όταν πολεμούσε για τα εδάφη των προγόνων του. Στη δεκαετία του 20 και του 30 ήταν ένας από τους καλύτερους δημοσιογράφους αυτής της κοινότητας. Η  πρώτη αλβανική αντάρτικη ομάδα που ιδρύθηκε το 1906 από τον Τσεκίζ Τοπούλη στην Τσαμουριά, είχε την άμεση υποστήριξη του Mουσά Ντέμη από το Φιλιάτι. Στις 25 Αυγούστου του 1908 ο Mουσά Ντέμη ενημέρωσε τον φίλο του ότι άνοιξε το πρώτο αλβανικό σχολείο στο Φιλιάτι, όπου ο ίδιος είχε επίσης προσφέρει μεγάλη βοήθεια. Λίγο αργότερα έγινε ο εμπνευστής και διοργανωτής του συλλόγου "Vëllazërimi (Αδελφοποίηση)" στο Φιλιάτι, για τον οποίο έγραφε επίσης στον τύπο της εποχής.

Αυτή η έντονη πατριωτική δραστηριότητα κορυφώθηκε το 1945, με την επιθυμία του να ανοίξει την εφημερίδα " Zëri i Çamërisë  (Η Φωνή της Τσαμουριάς)" για να δώσει φωνή στους Τσάμηδες μετανάστες. Η δραστηριότητά του έφτασε σε άλλη αιχμή όταν ανέλαβε την ευθύνη της «Αντιφασιστικής Επιτροπής των Τσάμηδων» για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των Τσάμηδων που εκδιώχθηκαν βίαια από τους Έλληνες. ( Ίσως πρέπει να αναφερθεί το καθήκον της αρχειοθέτησης των πολλών φωτογραφιών αυτού του μεγάλου εθνικού δράματος, στις οποίες μέχρι σήμερα αναφέρονται πολλοί μελετητές, συγγραφείς, πολιτικοί, δημοσιογράφοι κλπ.)

Και ο Πετρίτ Ντέμη, ο μεγαλύτερος γιος του, θα ακολουθούσε τα βήματα των καλλίτερων Τσάμηδων πατριωτών. Το 1943 συμμετείχε κι ο ίδιος  στον αγώνα για την ελευθερία.

Σ΄ αυτά τα δύσκολα χρόνια έπρεπε να χωρίσει για πάντα από την μεγαλύτερη αδερφή του Μπελεκεζία που πέθανε από τις πληγές του πολέμου. Για πολιτικούς λόγους, τα παιδιά του στερήθηκαν το δικαίωμα να συνεχίσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση τους, και εξαναγκάστηκαν να εργαστούν στα ορυχεία και τα λατομεία των Τιράνων.

Στα χρόνια της δημοκρατίας, ο Πετρίτης εντάχθηκε στις τάξεις του Πολιτικού, Πατριωτικού Συλλόγου "Cameria" από τις πρώτες ήδη μέρες. Επικεφαλής είχε τον φίλο του Αμπάζ  Ντοϊάκα που εξελέγη ο πρώτος πρόεδρος του Συλλόγου.

Στη γενέτειρα  του  το Φιλιάτι, τον θυμόταν πάντα με ανείπωτη λαχτάρα, είχαν μοιραστεί τις παιδικές αλάνες, το ψωμί, είχαν ξεφυλλίσει  τα δύο διαφορετικά βιβλία του κι είχαν μοιραστεί το μαξιλάρι του παιδικού τους ύπνου.

Αυτός ο αληθινός Πετρίτης της εθνικής υπόθεσης, θα παραμείνει ζωντανός με το πατριωτικό πνεύμα που προσπαθούσε να το ενσταλάξει στις νεότερες γενιές ζωντανό, με αμέτρητη αγάπη για την πατρίδα και με  μεγάλη ανοχή στη συνύπαρξή των δύο εθνών, την οποία προσπαθούσε να ενισχύσει.

Εξαιρετικός γνώστης της ελληνικής γλώσσας, αναφέρονταν σε πολλές πηγές οι οποίες προέρχονται από τα πιο πρόσφατα έργα Ελλήνων συγγραφέων, είτε έγραφαν στα χαρακώματα του αντι-Αλβανισμού είτε από εκείνους τους αντικειμενικούς δημοσιογράφους ή μελετητές που τολμούν να πουν την αλήθεια στα μάτια της προοδευτικής ελληνικής γνώμης.

Τα έργα του έχουν χρησιμοποιηθεί ως λογοτεχνική πηγή για κείμενα που έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα σχετικά με το πρόβλημα των Τσάμηδων. Αρκεί να αναφέρουμε μερικούς από τους τίτλους των πολιτικών δοκιμίων που έχει δημοσιεύσει στα βιβλία του για να δούμε, κατά κάποιο τρόπο, τη θέση του:

 " Ringjallja e Kalit të Trojës - Η Ανάσταση του Δούρειου ίππου", " Një çorbë me mashtrime - Μια σούπα μανέστρας" "," Ju dhamë lirinë që të na sulmoni –Σας δώσαμε την ελευθερία για να μας επιτεθείτε; "," Kujt i shërbeni, ju Hirësi? – Στην υπηρεσία τίνος είστε Αξιότιμε; ", " Greqia, dhelpra dhe rrushtë – Ελλάδα, η αλεπού και τα σταφύλια " κ.λπ.

Η ανάλυση που έκανε με τόλμη στα δημοσιευμένα κείμενα και στα βιβλία του, έχει πραγματικά ιστορικό χαρακτήρα. Υπάρχουν αποσπάσματα από δημοσιεύσεις σε εφημερίδες, όπου έχει μια απλή λογική και ένα σαφές συμπέρασμα. Εκτός από αυτό το μεγάλο θέμα [της Τσαμουριάς], ασχολείται και με το πρόβλημα του Κοσσυφοπεδίου. Ο ακριβής παραλληλισμός των γεγονότων του Κοσσυφοπεδίου με εκείνον της Τσαμουριάς αυξάνει ακόμη περισσότερο το εθνικό πνεύμα στα έργα του.

Στο άρθρο του «Η σοβινιστική πολιτική των γειτόνων και οι συνέπειες», μεταξύ άλλων, διατυπώνει την περίφημη θέση της Βορείου Ηπείρου και γράφει:

 "Ο υπαινιγμός σας, για ένα είδος Βόρειας Ηπείρου" είναι ένας ιστορικός παραλογισμός. Η Βόρειος Ήπειρος είναι ένα τέχνασμα που κατασκευάστηκε από μια κάστα που βασίζεται στον σοβινισμό και καλλιεργεί πάθη και μίσος προς τα παιδιά, ειδικά προς την Αλβανία. Ένα τέτοιο πράγμα έχει γίνει από πολλούς μελετητές του ζητήματος της Τσαμουριάς και σε ακαδημαϊκούς κύκλους στην Αλβανία".

Ακόμη και στην αφιέρωση που έκανε στην πρώτη σελίδα του βιβλίου του « E vërteta në marrëdhëniet shqiptaro-greke - Η αλήθεια στις σχέσεις Αλβανίας-Ελλάδας» αισθάνεται την ηθική ευθύνη να πει μια ιστορική αλήθεια που φαντάζει σαν  το φως του ήλιου. Σ’ αυτήν γράφει: «Ευχαριστώ όλους τους συμπατριώτες μου, στους οποίους είμαι υπόχρεος,  συγκεκριμένα για τον  στωικότητα που έχουν δείξει κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας τους και των πολλών στερήσεων ».

Στη δεύτερη σελίδα ενός από τα βιβλία του υπάρχει ένα αισθηματικό ποίημα αφιερωμένο στον Φιλιάτι, τη γενέτειρά του. Στην πραγματικότητα, για το Φιλιάτι, αυτός, καθώς και ο πατέρας του πριν από πολλά χρόνια, έγραψε για ιστορικά και γεωγραφικά στοιχεία που δείχνουν ότι θυμόνταν την πατρίδα του και ήταν ερωτευμένος ακόμα και μετά, τόσο έντονα με την επαρχία του. Με την πατρίδα των πατέρων και των παππούδων του.  Γράφει:

"Γεννήθηκα στο Φιλιάτι

 σε εκείνο το χωριό, σε εκείνο το σπίτι

 σε εκείνο το μέρος το γεμάτο ομορφιά.

 Στην δύστυχη Τσαμουριά.

 

 Ω, Φιλιάτι, ευλογημένο μέρος

γύρισε τη σελίδα για να σε δω

όχι τόσο θλιβερό πια.

 

Να πούμε δυό λέξεις

να μας φύγει ο πόνος!."

 

Ένας σωρός από αδημοσίευτα ποιήματα, παρέμεινε ένας από τους πιο όμορφους και λυπημένους καημούς αυτού του καθηγητή του αλβανισμού. Για περίπου 18 χρόνια ήταν μία από  τις ισχυρότερες πένες που υπερασπίστηκε το ζήτημα της Τσαμουριάς. Έχει συντάξει μια σαφή χρονολόγηση των σφαγών των Ελλήνων σοβινιστών. Περισσότερο από έναν έντονο ερευνητή και δημοσιογράφο, συμμετείχε  άμεσα σε  εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στα χρόνια του δεύτερου μισού του ΧΧ αιώνα. Ήταν ο δικός τους άνθρωπος. Δεν ήταν συνηθισμένος, αλλά ένας έντονος παρατηρητής όλων των αλλαγών που πραγματοποιήθηκαν, στις σχέσεις μεταξύ των βαλκανικών γειτόνων.

Τα έργα μελετητών, συγγραφέων, χρονογράφων, δημοσιογράφων είναι για πολλές γενιές, που δεν τους ανήκουν φυσικά, ως αιώνιες διαθήκες, γραπτές ή ακόμη και άγραφες. Αναμφίβολα αυτό θα συμβεί στο μέλλον και με τα έργα του. Τα βιβλία του, αυτή η εξαιρετική συνεισφορά στην υπηρεσία του ζητήματος της Τσαμουριάς, μοιάζουν συχνά με ένα βουνό όπου θέλουμε να ανέβουμε όχι σαν τον σύγχρονο Σίσυφο και χωρίς να λυπούμαστε για τον ιδρώτα του μετώπου και τα κουρασμένα μας γόνατα. Αυτές οι άγραφες διαθήκες δεν ανήκουν μόνο σε μια μέρα, μια επίσημη στιγμή, αλλά ανά πάσα στιγμή έχουν το συναίσθημα και το μήνυμα πολλών, πολλών διαθηκών ταυτόχρονα.

Μέσα σε αυτήν την αλήθεια που ο Καθηγητής Πετρίτ μας έδωσε με την καλοσύνη του, με τον λόγο του, με το έργο του, δεν είναι δύσκολο να αισθανθούμε ένα είδος υπερηφάνειας που ήμασταν φίλοι του, μέλη της διήγησης του Λόγου της Σοφίας, για αυτόν που θα χρειαζόμαστε για όλη μας τη ζωή.

Σε αυτήν την επέτειο, μου χρειάζεται να αναζωογονήσω τους στίχους που του αφιέρωσα πριν από λίγα χρόνια:

 «Δεν θέλω ελεημοσύνη από εσάς καλοί μου άνθρωποι / θέλω μόνο φίλους, αδέλφια / ώμους στον ώμο σαν βουνό σε βουνό / θέλω απλώς να ανεβώ στο βουνό της ανθρώπινης αγάπης / και μετά, για να σταματήσω / σ’ αυτό το νέο λιμάνι που ονομάζεται Φιλιάτι.

Το αφιέρωμα στον Petrit Demi είναι ένα είδος πράσινης μνήμης που αφήνει σεβασμό σε όλες τις εποχές της ζωής.

Ναμικ Σελμάνι

(Ο Ναμίκ  Σελμάνι γεννήθηκε το 1950 στο χωριό Νινάτι της Περιοχής των Αγίων Σαράντα. Σπούδασε Φιλισοφία και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο των Τιράνων. Εργάστηκε για πάνω από 35 χρόνια ως καθηγητής Φιλόλογος σε διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Αλβανίας. Παράλληλα έχει συγγράψει διάφορα βιβλία γλώσσας, μονογραφίες πολιτισμού, ποιήματα κλπ. και εργάστηκε και ως δημοσιογράφος και αρχισυντάκτης εφημερίδας.)



Δεν υπάρχουν σχόλια: