" Φάμανε το βόιδι και ποστάσαμαν στη νουρά. " "

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022

ΧΑΪΡΕΝΤΙΝ ΙΣΟΥΦ: Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΑΝΟΧΗ ΣΤΗN ΤΣΙΑΜΟΥΡΙΑ

              Ο Χαριεντίν Ισούφ με τη Γεωργία Κρέτση.

ΧΑΪΡΕΝΤΙΝ ΙΣΟΥΦ: Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΑΝΟΧΗ ΣΤΗN ΤΣΙΑΜΟΥΡΙΑ

 Μετάφραση από τα αλβανικά: Αντώνης Γκίνης

Από το περιοδικό ZERI I CAMERISE αρ. 3 – Νέα Υόρκη - Μάρτιος 2015, σελ. 14-16

 

Ξένοι συγγραφείς που επισκέφτηκαν την Τσιαμουριά στις αρχές του XIX αιώνα, μαρτυρούν τη θρησκευτική ανοχή των Τσιάμηδων Αλβανών και την αδιαφορία τους για τη θρησκεία. Σχετικά με αυτό, ο Μπαρτόλντι γράφει ότι οι εξισλαμισμένοι Αλβανοί δεν ήταν σε θέση να εξηγήσουν πώς είχαν εξισλαμιστεί. Σχετικά, γράφει ότι οι μουσουλμάνοι της Παραμυθιάς έχουν ελάχιστη γνώση της θρησκείας τους, οι γυναίκες τους δεν είναι καλυμμένες με φερετζέ, πίνουν κρασί και δεν δυσκολεύονται να έχουν συζυγικές σχέσεις με χριστιανούς. Ο ίδιος συγγραφέας προσθέτει ότι αν οι σύζυγοι είναι διαφορετικών θρησκειών, η γυναίκα, στο ίδιο τηγάνι, τηγανίζει ένα κομμάτι πρόβειο κρέας για τον ένα και  ένα κομμάτι χοιρινό κρέας για τον άλλο.Ο Χιουζ2 ήταν ένας Αγγλικανός κληρικός που ταξίδεψε στη χώρα στις αρχές του 19ου αιώνα και έδωσε κάποιες εξηγήσεις που εξέφραζαν ξεκάθαρα τη θρησκευτική ανοχή σε αυτήν την επαρχία. «Οι μουσουλμάνοι Αλβανοί», γράφει, «δεν σέβονται τα ισλαμικά θρησκευτικά δόγματα με τη νέα θρησκεία που έχουν υιοθετήσει». Ο μουσουλμάνος παντρεύεται μια χριστιανή, πηγαίνει τα αγόρια στο τζαμί και επιτρέπει στα κορίτσια να συνοδεύσουν τη μητέρα τους στην εκκλησία.                Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν οι δύο μελετητές και περιηγητές, που προαναφέρθηκαν, οδηγούν σε έναν άλλο συγγραφέα, τον Montagy, ο οποίος, εξηγώντας τους δεσμούς και τη θρησκευτική ανοχή μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών στους Αλβανούς, γράφει ότι Αλβανοί Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσουν ποιά από τις θρησκείες ήταν καλύτερη, οπότε την Παρασκευή πήγαιναν στο τζαμί και το Σάββατο στην εκκλησία.                Μια άλλη πτυχή της θρησκευτικής αδιαφορίας μας δίνει ο Γάλλος αξιωματικός, Adolf Carber με το όνομα Ibrahim Mensur Efend. Έμεινε για αρκετό καιρό κοντά στον Αλή Πασά. Στο έργο του γράφει ότι όσοι είναι γνωστοί ως Μωαμεθανοί, δεν ξέρουν τίποτε άλλο από θρησκευτική άποψη, παρά μόνο να δηλώνουν ότι είναι Τούρκοι, ότι δεν γνωρίζουν τη λέξη Μουσουλμάνος κι ακόμη περισσότερο δεν γνωρίζουν το Ισλάμ. Ενώ όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς, συνεχίζει, αρκεί να αυτοαποκαλούνται κάουρ - άπιστοι, που είναι μία παράφραση της τουρκικής λέξης γκιαούρ, που σημαίνει άπιστος, σύμφωνα με το τελετουργικό της ελληνοβυζαντινής εκκλησίας.                Παραδείγματα θρησκευτικής ανεκτικότητας στην Τσιαμουριά δίνει ο εξέχων πατριώτης Musa Demi από το Φιλιάτι σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Βοστώνης "Dielli" στις 22 Οκτωβρίου 1909: πριν από την ελευθερία (διάβαζε: πριν από την επανάσταση των Νεότουρκων του 1908), οι μουσουλμάνοι και οι Χριστιανοί περνούσαν πολύ καλά και καθώς κηρύχθηκε η ελευθερία χωρίς να κοιτάξουν θρησκεία, φιλήθηκαν όλοι μαζί στο τζαμί του Φιλατίου, για να μην μείνει η παραμικρή έχθρα μεταξύ τους. Ακόμη, για να παγώσει ο θρησκευτικός φανατισμός, στην εκκλησία του Φιλατίου που δεν είχε καμπάνες, οι μουσουλμάνοι Αλβανοί ορκίστηκαν να χτυπήσουν την καμπάνα κι έτσι την έφεραν. «Τη μέρα που χτύπησε η καμπάνα, συγκεντρώθηκαν στη μητρόπολη περισσότεροι από 150 μουσουλμάνοι και με το χότζα μπροστά πήγαν στην εκκλησία και πρώτος την χτύπησε ο Χότζας». Και παρακάτω ο Μουσά Ντέμη συνεχίζει λέγοντας ότι με αυτόν τον πρόλογο «Εννοώ ότι δεν υπάρχει φανατισμός (πίστη)». Κι έθεσε το ερώτημα: «Πότε συγκρούστηκαν οι μουσουλμάνοι με κάποιους χριστιανούς; Όταν ανοίξαμε εδώ την αλβανική λέσχη και το σχολείο, η Εθνική Εταιρεία, τους γέμισε όπλα και τους συμβούλεψε μέσω του δεσπότη να ενωθούν με την Ελλάδα και να δουλέψουν για την «Εθνική Εταιρεία». Έτσι ξεχύθηκαν εναντίον των Αλβανών για να μην πηγαίνει κανένας μουσουλμάνος Αλβανός σε χριστιανικό χωριό γιατί δεν μπορούσε να επιστρέψει χωρίς κακό».Στην  Τσιαμουριά, όπως και σε όλα τα αλβανικά εδάφη, οι σχέσεις μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών δεν χαρακτηρίστηκαν ποτέ από μίσος μεταξύ τους. «Οι Μουσουλμάνοι της Τσιαμουριάς», γράφει ο Γ. Σάρρας στο έργο του, «δεν ενήργησαν με τη θέληση τους εναντίον των Χριστιανών, εκτός από συγκεκριμένα στοιχεία και στιγμιαίες αντιδράσεις». «Οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί», λέει ο συγγραφέας, «υποκινούνταν άμεσα, ιδιαίτερα από εθνικιστές και τσιφλικάδες». Προστάτευαν με ζήλο την αλβανική παράδοση: ήθη, έθιμα, φιλικές και αδελφικές σχέσεις μεταξύ τους. Τις γιορτές, γράφει η Ελληνίδα ιστορικός Τούλα Μαλακάτα, στο έργο της «Μαργαρίτι» 3, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί γιόρταζαν μαζί: Ο Τζέμος με το βιολί, ο Φαντάση με το λαούτο, ο Τζούρος με το ντέφι και Πουλής με το κλαρίνο ερμήνευαν όμορφες μελωδίες του τραγουδιού του «Μενούση» κι άλλα τσιάμικα τραγούδια και περνούσαν όλοι μαζί χαρούμενες στιγμές».Αυτή η ερευνήτρια σ’ αυτή την εργασία φέρνει ένα ενδιαφέρον στοιχείο που δείχνει τις καλές σχέσεις μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών Τσιάμηδων. Διηγείται ότι τη δεκαετία του 1930 ξέσπασε φωτιά σε μία ελληνική εκκλησία στα περίχωρα του Mαργαριτίου. Οι άντρες ήταν όλοι στα χωράφια και στο Παζάρι. Την ώρα που οι φλόγες και οι καπνοί έβγαιναν από την στέγη της εκκλησίας, οι πρώτες που το εντόπισαν ήταν μουσουλμάνες. Έστειλαν αμέσως τα παιδιά στο παζάρι και στα χωράφια για να ενημερώσουν τους χωριανούς ότι η εκκλησία πήρε φωτιά. «Οι πρώτοι που έφτασαν για να σβήσουν τις φλόγες και να καταπολεμήσουν τη φωτιά», λέει η συγγραφέας, «ήταν οι μουσουλμάνοι του Μαργαριτίου», μεταξύ των οποίων αναφέρει τον Χασάν και τον Οσμάν από τη συνοικία «Ντρίζα». Έπειτα έφτασαν κι άλλοι, όπως ο Tάκης κι ο Nικόλας, κι όλοι μαζί, σαν αδέρφια, πάλεψαν με τις φλόγες και κατάφεραν να σώσουν την εκκλησία από το κάψιμο.Επισημαίνει επίσης ότι, ανήμερα των Χριστουγέννων, στην λειτουργία στην εκκλησία του χωριού Mαργαριτίου παραβρίσκονταν πολλοί μουσουλμάνοι Mαργαριτίώτες ως θεατές σ’ εκείνη τη σημαίνουσα θρησκευτική τελετή. Η συγγραφέας επισημαίνει επίσης ότι οι Χριστιανοί έβραζαν και έβαφαν πολλά κόκκινα αυγά για το Πάσχα, ότι πολλοί μουσουλμάνοι πήγαιναν στα σπίτια των Χριστιανών για να χαιρετήσουν και σε όλους έδιναν κόκκινα αυγά, όχι μόνο για όσους μουσουλμάνους ήταν για επίσκεψη, αλλά και για μέλη της οικογένειας τους.Όταν μιλάμε για τη διαδικασία του εξισλαμισμού στην Τσιαμουριά, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ένα άλλο ενδιαφέρον φαινόμενο: οι εξισλαμισμένοι γνώριζαν όχι μόνο την προέλευση  τους, αλλά και την καταγωγή τους από το χωριό και την πόλη, τους φυλετικούς δεσμούς που είχαν με τους εξισλαμισμένους, ακόμη και κατά προσέγγιση και την εποχή που είχαν γίνει μουσουλμάνοι. Γνώριζαν επίσης τους συγγενικούς δεσμούς που είχαν πολλές μουσουλμανικές και χριστιανικές οικογένειες μεταξύ τους.«Η πίστη των Αλβανών Μουσουλμάνων στο Ισλάμ δεν μοιάζει με τις πεισματικές πεποιθήσεις των Μωαμεθανών της Ασίας», λέει η Ντόρα ντ' Ίστρια. Συνεχίζει λέγοντας: «Η εθνική υπερηφάνεια ήταν τόσο ζωντανή στους Αλβανούς που ακόμη κι αυτοί που είχαν ασπαστεί το Ισλάμ περιφρονούσαν τους Οθωμανούς».Οι ιστορικές πηγές δείχνουν ότι οι Αλβανοί που απαρνήθηκαν τον Χριστιανισμό, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όμως αυτοί οι Αλβανοί που βρίσκονταν στις ανώτερες σφαίρες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, δεν σταμάτησαν να κινούνται σιωπηλά για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης Αλβανίας.

 [1] Εταιρεία Ηπειρωτικών Σπουδών (Ηπειρωτικό Ημερολόγιο), Ιωάννινα, 1979, σελ. 212. Μέσα από ιστορικές πηγές μαθαίνουμε για τους συζυγικούς δεσμούς της μεγάλης οικογένειας των γνωστών χριστιανών τσιφλικάδων. Έτσι π.χ. Ο Χουσεϊσέν Πασάς, γιος του Βεϊσέλ Ντίνο και εγγονός του Αμπεντίν Πασά Ντίνο, ήταν παντρεμένος με την Κατερίνα Πρεβεζάνα, η οποία καταγόταν από τη μεγάλη και γνωστή χριστιανική οικογένεια της Πρέβεζας, του Λάμπα-Κούλια. Απ’ αυτόν το γάμο απέκτησαν δύο παιδία: τον Τζεμίλ και την Τζεμιλέ. Τα παιδιά αρχικά βαφτίστηκαν με μουσουλμανικά ονόματα, αλλά η μητέρα τους, Κατερίνα, που δεν πήρε ποτέ μουσουλμανικό όνομα στη θρησκευόμενη οικογένεια, αποκαλούσε συχνά στοργικά τον γιο της Γιώργο και την κόρη της Όλγα. Σ’ εκείνο το χωριό, μια από τις κόρες του Ρασίχ μπέη Ντίνο, η Φατιμέ (1847-1939), εγγονή του Αμπεντίν Πασά Ντίνο, παντρεύτηκε τον χριστιανό Ι. Κολόγλου. Μετά το γάμο βαφτίστηκε με το όνομα Κατερίνα και κράτησε αυτό το όνομα μέχρι το θάνατό της το 1939, σε ηλικία 65 ετών. Απ’ αυτόν τον γάμο η Φατιμέ (Κατερίνα) απέκτησε δύο γιους - τον Κωσταντίνο και τον Αντώνη. Ο πρώτος εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα ως δημοσιογράφος στην ελληνική εφημερίδα «Καθημερινή», ενώ ο δεύτερος γιος, ο Αντώνης σκοτώθηκε στην Πελοπόννησο κατά τον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε στην Ελλάδα το 1946-1949.

2 Τ.S. Hughes, Travels in Greece and Albania London, 1830, b. II, τόμος. II, σ.105. Ο Έλληνας θρησκευτικός ιστορικός Α. Μανόπουλος μας δίνει ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες για τη θρησκευτική ανοχή. Γράφει: «Ο Χότζας έπαιρνε γυναίκα για το γιο του την κόρη του ιερέα κι ο παπάς την κόρη του χότζα για το γιο του» (Βλ.: Α. Μανόπουλος, Η.ΓΕ 1961, σ. 18. Όταν μιλάμε για θρησκευτική ανοχή στη Τσιαμουριά, πρέπει να αναφέρουμε τις αναμνήσεις που διέσωσε ο ιστορικός Σάρρας, από τους μουσουλμάνους της οικογένειας του στο Καστρί Ηγουμνείστας. Διηγείται ότι τα μουσουλμανόπαιδα που πήγαιναν μαζί με τους συνομήλικους τους,  τραγουδούσαν το Λάζαρο (Ι. Σάρρας, Ιστορία της Ηγουμενίτσας 1550-1950, Αθήνα 1958, σ. 667) 

Δεν υπάρχουν σχόλια: