" Φάμανε το βόιδι και ποστάσαμαν στη νουρά. " "

Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

ΑΙΟΛΙΚΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ!!!


 «Το πλέον ίσως σημαντικό πρόβλημα των αιολικών στην Ελλάδα, είναι η προτίμηση των επενδυτών για δημόσια, φτηνή γη, μακριά από πόλεις (και τις τυχόν μηνύσεις των κατοίκων για την όχλησή τους) και, ει δυνατόν, χωρίς άλλες ανταγωνιστικές οικονομικές δραστηριότητες. Έτσι, στο όνομα της πράσινης ανάπτυξης θυσιάζονται πρωτίστως οι τελευταίοι εναπομείναντες «άγριοι» τόποι: μέρη όπου μέχρι τώρα είχαν παρατηθεί από το κεφάλαιο λίγο πολύ στην ησυχία τους. Κορυφές ψηλών βουνών, βραχονησίδες, λόφοι και νησιωτικοί αγριότοποι. Πρόκειται δηλαδή για τα τελευταία εναπομείναντα ενδιαιτήματα της άγριας ζωής και των δασών, συμπεριλαμβανομένων πάρα πολλών απειλούμενων ειδών.

Είναι αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό της διασποράς και εξάπλωσης των ανεμογεννητριών (α/γ), που τις κάνει πολύ μεγαλύτερες απειλές για τη βιοποικιλότητα από τις παραδοσιακές μορφές παραγωγής ενέργειας, όπως οι λιθάνθρακες. Προφανώς και ένα θερμοηλεκτρικό φερ’ειπείν εργοστάσιο, παράγει μεγαλύτερη μόλυνση απο ένα αιολικό εργοστάσιο. Αλλά ένα θερμοηλεκτρικό, είναι μεν καταστροφικό για την περιοχή που το φιλοξενεί, αλλά καλύπτει τις ανάγκες για ρεύμα ενός πολύ ευρύτερου γεωγραφικού χώρου, αφήνοντας μεγάλο κομμάτι των δυσπρόσιτων περιοχών στη φυσική τους ησυχία. Για να καλυφθούν οι ίδιες ενεργειακές ανάγκες με α/γ, απαιτείται η άλωση όλων των περιοχών, της κάθε κορυφής, στην καρδιά του πιο παρθένου δάσους, με αιολικά εργοστάσια. Και είναι αυτό που συμβαίνει κατα κόρον τα τελευταία χρόνια.

Μπορεί τεχνικά η ίδια η παραγωγή ρεύματος από α/γ να μην είναι ιδιαίτερα μολυσματική –ωστόσο τόσο η εγκατάσταση των αιολικών εργοστασίων, όσο και η κατασκευή των ίδιων των α/γ έχουν ιδιαίτερα καταστροφικές συνέπειες. Οι, βιομηχανικού τύπου, ανεμογεννήτριες απαιτούν αρχικά ισοπέδωση του εδάφους. Αυτό πρακτικά σημαίνει ανατίναξη, ή ισοπέδωση με εκσκαφείς, των κορυφών των βουνών. Καθώς απαιτούνται τουλάχιστον 2000 τ.μ. για την κάθε μια (και συχνά τοποθετούνται δεκάδες σε κάθε διαλυμένη κορυφή), μιλάμε καταρχάς για τεράστια αλλοίωση του ανάγλυφου, προφανώς ανεπιστρεπτί.

Η κάθε μια α/γ απαιτεί γύρω στα 800 κ.μ. μπετόν για τη στήριξή της και πυλώνες και καλώδια υψηλής τάσης για τη σύνδεσή της με το δίκτυο. Για να φτάσουν όλες αυτές οι πελώριες κατασκευές (κάποιες υπερβαίνουν τα 200 μ. ύψος) στις πρωτύτερα απάτητες κορυφές, χρειάζεται η διάνοιξη καινούριων και πλατιών δρόμων. Οι οποίοι, μιας και τα βουνά είναι σχεδόν το τελευταίο καταφύγιο των δασών, περνάνε αναγκαστικά από –συχνά ενιαία και παρθένα- δάση. Ένας δρόμος σε ένα δάσος δε σημαίνει απλά το κόψιμο κάποιων δέντρων: ο δρόμος και ειδικά οι τεράστιοι δρόμοι που απαιτούνται για τα μηχανήματα βαρέως τύπου και τα υλικά των α/γ, κόβει μια φυσική περιοχή στα δυο. Για πολλά άγρια ζώα ο ζωτικός τους χώρος μειώνεται σχεδόν στο μισό και το ίδιο ισχύει –σε μικρότερο βαθμό- και για πολλά φυτικά είδη. Δε μιλάμε για χωματόδρομους υλοτόμων ή μικρούς δασικούς δρόμους που διασχίζονται από ζώα, σπόρους και ρίζες, αλλά για ατελείωτα χιλιόμετρα δασικών λεωφόρων, που συχνά θα αποτελέσουν και ένα πρώτο βήμα για την περαιτέρω άλωση του τόπου με κερδοσκοπικές δραστηριότητες.

Όπως είναι αναμενόμενο, τα μπάζα που προκύπτουν από την ανέγερση των α/γ και τη διάνοιξη των δρόμων, πετιούνται απευθείας στο ίδιο το βουνό, προκαλώντας σάρες, μόλυνση και αισθητική υποβάθμιση. Η γύρω περιοχή μετατρέπεται σε εργοτάξιο με συρματοπλέγματα, μπετόν και παραχωμένα μπάζα παντού. Ιδανικό τοπίο για να αποτελέσει και το νεκροταφείο των γιγάντιων κατασκευών από χάλυβα: οι ανεμογεννήτριες παύουν να είναι αποδοτικές μετά από 10-15 χρόνια και η εμπειρία μέχρι τώρα συνάδει με το κοινό περί αδίκου (προ)αίσθημα: μια και η ανακύκλωση, ειδικά σε τέτοια υψόμετρα, είναι οικονομικά ασύμφορη, αφήνονται μισογκρεμισμένες να μολύνουν το τοπίο για πάντα. 

Ενδεικτικά μια ανεμογεννήτρια των 3MW, απαιτεί γύρω στους 1000 τόνους μπετόν, 300 τόνους χάλυβα, 7 τόνους χαλκού, αλουμινίου και συνθετικών υλικών, 600 κιλά σπάνιων γαιών (μερικές από τις οποίες είναι ραδιενεργές ως απόβλητα) ενισχυμένα με ρητίνες πλαστικά, καθώς και αμίαντο. Με εξαίρεση τον χαλκό και το αλουμίνιο –που και αυτά στα δυσπρόσιτα βουνά σπάνια ανασύρονται προς ανακύκλωση- τα περισσότερα υλικά των α/γ δεν ανακυκλώνονται. Μένουν λοιπόν για πάντα εκεί, μολύνοντας το υπέδαφος και τον υδροφόρο ορίζοντα ανεπανόρθωτα. Αλλά και σε πιο χαμηλά υψόμετρα, η ταφή των πτερυγίων σε ειδικούς χώρους αποτελεί πρόβλημα εδώ και πολλά χρόνια, καθώς έχουμε να κάνουμε με χιλιάδες τόνους πτερυγίων ετησίως.

Επίσης, και η ίδια η εξόρυξη ή η κατασκευή των υλικών των ανεμογεννητριών προκαλούν τεράστιες οικολογικές καταστροφές. Ειδικά όσον αφορά τις σπάνιες γαίες, για ορισμένες από τις οποίες οι απαιτούμενες διαδικασίες εξόρυξης είναι ιδιαίτερα τοξικές, όπως και την κατασκευή των σύνθετων υλικών, για την οποία απαιτούνται βιομηχανικές μέθοδοι με μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.

Κατά τη λειτουργία της η ανεμογεννήτρια μπορεί, πράγματι, να μην επιβαρύνει το περιβάλλον με κατάλοιπα. Το επιβαρύνει όμως με τόνους ορυκτέλαιων (τα πτερύγια χρειάζονται συχνή λίπανση) καθώς και με αέρια θερμοκηπίου (το ψυκτικό sf6). Καθώς και με χιλιάδες θανάτους πουλιών, πολλά εκ των οποίων απειλούμενα, όπως και εντόμων, οι απώλειες των οποίων μετρούνται σε χιλιάδες τόνους.

Η ηχητική ρύπανση των α/γ είναι και αυτή ένας σημαντικός παράγοντας, καθώς διαταράσσει την αναπαραγωγή του άγριου πληθυσμού, ενώ έχει και σοβαρές συνέπειες για τους κοντινούς ανθρώπινους πληθυσμούς: οι αγχώδεις εκδηλώσεις και οι διαταραχές ύπνου αποτελούν δυο από τα κοινά συμπτώματα.

Παράλληλα, η λειτουργία των ελίκων φαίνεται να προκαλεί αλλοιώσεις στο μικροκλίμα της περιοχής.

Οι ανεμογεννήτριες επίσης προκαλούν αύξηση των δασικών πυρκαγιών –τόσο μέσω της διάσχισης των δασών από καλώδια και πυλώνες υψηλής τάσης, όσο και από το ότι προσελκύουν κεραυνούς.

Μια άλλη πολύ σημαντική επίπτωση που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η αισθητική όχληση, όχι μόνο μέσω της γενικότερης υποβάθμισης των –στην πλειοψηφία τους μοναδικών- τοπίων, αλλά και με τον αφανισμό του ελεύθερου ορίζοντα. Όσον αφορά το δεύτερο, το δικαίωμα του ανθρώπου στον ελεύθερο, χωρίς ανθρώπινες κατασκευές, ορίζοντα, θεωρούταν δεδομένο για το μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου. Πλέον είναι δύσκολο να αφήσει κανείς την ματιά του να πλανηθεί στα δάση και τις μακρινές κορφές, χωρίς να αντικρίσει αυτές τις τερατώδεις κατασκευές των 200 μέτρων- ή τις σωρούς από μπάζα και σκουριασμένα μέταλλα που προκαλεί η απόσυρσή τους.

Τέλος, πολύ σημαντικό είναι να τονίσουμε την προβληματική συμβολή των ανεμογεννητριών στο δίκτυο, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αντισταθμίζει τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις ώστε να δικαιολογείται με οποιονδήποτε τρόπο η κατάχρησή τους. Οι ανεμογεννήτριες παράγουν στοχαστικό και μη προβλέψιμο ρεύμα. Λειτουργούν αποκλειστικά μεταξύ 3 και 8 μποφόρ. Όταν δεν έχει δυνατό αέρα, οι έλικες παραμένουν ακίνητες. Το ίδιο και όταν φυσάει πολύ, σε αυτή την περίπτωση για να μη διαλυθούν. Όταν πάλι ο αέρας κυμαίνεται στην επιτρεπτή για τη λειτουργία τους ένταση, η ταχύτητα του ανέμου δεν είναι σταθερή, αλλάζει ανά δευτερόλεπτο, στοιχείο προβληματικό για το δίκτυο διανομής ηλεκτρικού ρεύματος το οποίο απαιτεί ρέυμα σταθερής τάσης ίσου με τη ζήτηση, ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαία η εξισορρόπηση του ασταθούς αιολικού ρεύματος πριν αυτό μπει στο σύστημα, με τη βοήθεια συμβατικών μονάδων, κυρίως φυσικού αερίου. Οι μονάδες αυτές, λοιπόν, λειτουργούν στο ρελαντί, διότι η μεταβλητότητα του αέρα δημιουργεί μια ανάγκη που λέγεται «θερμή εφεδρεία» ή «στρεφόμενη αδράνεια». Όταν οι συμβατικές μονάδες όμως λειτουργούν στο ρελαντί, είναι σαν ένα αυτοκίνητο που κινείται στο κέντρο της πόλης με κίνηση και αναγκάζεται συνεχώς να σταματάει και να ξεκινάει –καίει περισσότερο καύσιμο απ’ότι θα έκαιγε κινούμενο στην Εθνική οδό. Έτσι, η μεταβλητότητα της χρήσης συμβατικών μονάδων που δημιουργείται σε αυτή την περίπτωση, αυξάνει τελικά την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων, ενώ αρκετή από την ενέργεια που παράγεται χάνεται.

Εν γένει, προκειμένου να εξασφαλιστεί η παραγωγή του σταθερού ρεύματος που, όπως αναφέραμε και παραπάνω, έχει ανάγκη το δίκτυο, απαιτείται η ύπαρξη μονάδων βάσης και μονάδων αιχμής. Με τις μονάδες βάσης ηλεκτροδοτούμαστε όλο το 24ωρο, ενώ οι μονάδες αιχμής χρησιμοποιούνται όταν η ζήτηση είναι πολύ μεγάλη. Τα αιολικά, λόγω του απρόβλεπτου ρεύματος που παράγουν, δεν μπορούν να λειτουργήσουν ούτε ως μονάδες βάσης, ούτε ως μονάδες αιχμής. Στην καλύτερη περίπτωση μπορούν να συνεισφέρουν μόνο συμπληρωματικά.»

Απόσπασμα από το βιβλίο «Θέσεις και προβληματισμοί για την υπεράσπιση των βουνών από την πράσινη ενεργειακή λαίλαπα» της Συνέλευσης για την υπεράσπιση των βουνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: